Διαβάζοντας τη Μεταμόρφωση του Κάφκα

 Πριν λίγες μέρες ξεκίνησα να διαβάζω το φοβερό αυτό διήγημα του του Φραντζ Κάφκα, αρχικά διστακτικά και στη συνέχεια με πολύ ενδιαφέρον έως το τέλος.


Πολύ συνοπτικά η Μεταμόρφωση εκδόθηκε το 1915 και είναι ένα από τα λίγα ολοκληρωμένα έργα του Κάφκα. Συνοπτικό, αλληγορικό και προσβάσιμο οικονομικά σε όλους (προσωπικά έδωσα 2,70 ευρώ σε ένα Bazaar βιβλίου).

Έχοντας τελειώσει λοιπόν, το συγκεκριμένο διήγημα, έσπευσα να ανατρέξω στο διαδίκτυο, γκουγκλάροντας διάφορες κριτικές και απόψεις πάνω στο έργο αυτό. Έμεινα άναυδος, να πω την αλήθεια, από την υπερβολική ανάλυση που αντίκρισα απ'όλους αυτούς τους αρθρογράφους.
Λίγη γκρίνια επειδή οι οικονομικές εκδόσεις δεν έχουν φιλολογικούς σχολιασμούς (λες και πρέπει να σε πάρει από το χεράκι κάποιος για να καταλάβεις ένα βιβλίο) και λίγο τα υπερκουλτουριάρικα σχόλια με επισημάνσεις που σε έναν απλό αναγνώστη φαίνονται πέρα για πέρα υπερβολικές και άτοπες.

Μου θύμισαν τις "φιλολογικές" αναλύσεις για τον "Κρητικό" του Σολωμού, όπου, η δήθεν κουλτούρα δεν σε άφηνε να φανταστείς μόνος σου και να ερμηνεύσεις αυτό που θες εσύ, αλλά σε ανάγκαζε να μπερδευτείς με άσχετα νοήματα και παρερμηνείες.

Στη Μεταμόρφωση του Κάφκα, πρώτα απ'όλα δεν βλέπεις τον "Κάφκα" που όλοι πλασάρουν και νομίζουν πως διαβάζουν. Ο Κάφκα της Μεταμόρφωσης έχει ελάχιστη σχέση με τον Κάφκα του μισοτελειωμένου Πύργου και ενώ σου παρουσιάζει την καταθλιπτική φύση ενός μεσαιοαστού πολίτη του 1910, ταυτόχρονα εάν δεν το διαβάζεις με σκοπό να εντείνεις τις διάφορες αυτοκτονικές τάσεις σου, μπορείς να γελάσεις μέσα από τα πολλά σουρεαλιστικά στοιχεία που έχει το διήγημα αυτό.

Αν και η αλληγορία της αστικής κατάθλιψης στο διήγημα αυτό, είναι πασιφανής, είναι σχεδόν ασυγχώρητο να μην σταθείς στον έντονο σουρεαλισμό του Κάφκα με βασικότερο παράδειγμα, την ίδια τη φύση του έργου, καθώς ο ήρωας ο Γκρέγκορ Σάμσα, ξυπνάει ως κατσαρίδα, κι αντί να ψάξει τα αίτια και να φρικάρει, ανησυχεί για το πως θα πάει στη δουλειά του.

Σχεδόν πουθενά δεν είδα την παραπάνω επισήμανση και απλά όλοι μένουν στις καταθλιπτικές και υπαρξιακές ανησυχίες που τους ξυπνάει ο Κάφκα, επειδή ένα μήλο καρφώθηκε στην πλάτη του...

Μπορεί να είμαι αρκετά περίεργος, αλλά προτιμώ πολλές φορές στο βιβλίο που διαβάζω να μην έχω έναν πρόλογο 40 σελίδων και επιπλέον (να αρχίσω) να αποφεύγω να διαβάζω "κριτικές" από κουλτουρέ μπλόγκερς, που μπορούν να σου παρερμηνεύσουν και 1 μόνο λέξη που χρησιμοποιήθηκε σ' ένα συγκεκριμένο διήγημα.

Ο Κάφκα ήταν Σουρεαλιστής, Black Humor ρε παιδί μου

Σπύρος Α.

Η Ιστορία της άσχημης Αγκινάρας και του Μπλε Ραπανακίου


Μια φορά και έναν καιρό ζούσαν όμορφα και καλά δύο περίεργα, αλλά νόστιμα Λαχανικά.
Το ένα ήταν μία Αγκινάρα, άσχημη στην όψη αλλά με λίγο Λεμόνι άλλαζε εντελώς η γεύση της.
Από την άλλη ήταν ένα Ραπανάκι. Όχι με την κλασική κόκκινη απόχρωση αλλά με μια διαφορετική όψη. Θύμιζε αρκετά το μπλε του ουρανού λίγο πριν βρέξει αλλά και το μπλε της βαθιάς θάλασσας, που σε κάνει να φοβάσαι όταν βρίσκεσαι καταμεσής στο πέλαγος.

Τα δύο αυτά ξεχωριστά Λαχανικά, κάποια στιγμή έτυχε και βρέθηκαν στο ίδιο μέρος.
Δεν μίλησαν ποτέ, και το μόνο που αντάλλαξαν καθ'όλη τη διάρκεια που έμειναν μαζί, ήταν κοφτές ματιές που έριχναν το ένα στο άλλο. Παρόλα αυτά, κατάφεραν και τα δύο Λαχανικά ,παρά τη διαφορετικότητά τους, ν' αλλάξουν το σκεπτικού του κόσμου για όλα τα υπόλοιπα Λαχανικά. Τα υπόλοιπα Λαχανικά, ανησύχησαν, σκεπτόμενα για το τι θα απογίνει η καλή τους φήμη που με τόσο κόπο και ιδρώτα την είχαν κτίσει στον τομέα κατανάλωσης τροφίμων. Δεν γνώριζαν τι μπορούσε να είχε προξενήσει τη συγκεκριμένη αλλόκοτη κατάσταση..

Και αναρωτιόντουσαν διαρκώς :

- «Φταίει η άσχημη όψη της Αγκινάρας που επειδή την καλύπτει με λίγο λεμόνι νομίζει πως ομορφαίνει; »

- «Ή φταίει το μπλε χρώμα του Ραπανακιού που απωθεί τον κόσμο από την κατανάλωση του, καθώς θυμίζει κάτι σάπιο και παλιό;»

Η Αγκινάρα βέβαια και το Μπλε Ραπανάκι, δεν μπορούσαν να καταλάβουν εάν συνέβαινε κάτι. Στην πραγματικότητα δεν ήξεραν καν εάν συνέβαινε το οτιδήποτε και θεωρούσαν πως τα πάντα κυλούσαν τέλεια. Βέβαια το αποτέλεσμα της άγνοιάς τους και η άρνηση να δουν , έστω και λίγο παραπέρα, τα οδήγησε στο να μην μπορούν να δεχτούν κριτική.

Τι και εάν προσπαθούσαν μανιωδώς τα υπόλοιπα Λαχανικά να τους μιλήσουν, τι κι αν τα απεχθέστατα Φρούτα είχαν κι αυτά δίκιο ορισμένες φορές ; Η Αγκινάρα και το Μπλε Ραπανάκι παρέμεναν αμετάβλητα στις απόψεις τους.

Για να μην το πολυσυζητάμε, μετά το πέρας των απροσδόκητων (για αυτά τα δύο Λαχανικά) παραπόνων, η φήμη της Λαχανικής Κοινότητας είχε υποβαθμιστεί αισθητά. Ο κόσμος τα έτρωγε μόνο και μόνο για να χορταίνει και δεν ενδιαφερόταν πλέον για τη γεύση ή το χρώμα. Τα απεχθέστατα Φρούτα, αν και για ένα διάστημα είχε περιοριστεί η κατανάλωσή τους, επέστρεψαν τώρα πιο λαχταριστά και πιο γλυκά από ποτέ..

Η κατάσταση αυτή είχε φτάσει δυστυχώς στο απροχώρητο ,μιας και η αυτογνωσία της Αγκινάρας και του Μπλε Ραπανακιού απουσίαζε. Η μόνη λύση βρισκόταν στα ίδια τα Λαχανικά, τα οποία παρά τις αντιρρήσεις τους, δεν επέμειναν στα αιτήματά τους για περαιτέρω γνώση της άρνησης και της κοινωνικότητας τους. Δεν επέμειναν στο να απομακρύνουν την ασχήμια της Αγκινάρας και το χρώμα του Ραπανακιού, αφού έμαθαν ότι ήταν βλαβερά για αυτά.
Απλά αποδέχτηκαν την άρνηση τους
και....τελικά, υποβαθμίστηκαν κι αυτά μαζί τους, νοητικά και γευστικά.

Σπύρος Α.